Μαγική κλωστή έδεσε τη φωνή του με τα τζιέρια μας

Χτες βράδυ έβαλα στα ηχεία Καζαντζίδη. Ν’ ακούσουν τα παιδιά μου την μεγαλύτερη φωνή που ακούστηκε ποτέ στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια ακούγονται τα Σαββατόβραδα στην τηλεόραση τόσες πολλές και τόσο μέτριες φωνές που ο κόσμος έχει πάθει μιθριδατισμό σε βαθμό που να τις θεωρεί «ωραίες» και «μεγάλες».

Δεν ξέρω ποια γνώμη έχετε για τον Στέλιο, όμως μην βιαστείτε να με πείτε προκατειλημμένο. O πατέρας μου ήταν κιθαρωδός και κανταδόρος της δεκαετίας του ’50. Και η καλύτερη «τρίτη» που έχω ακούσει μέχρι σήμερα. Οι σκηνές με τις καντάδες στο «Έλα στο θείο» του Νίκου Τσιφόρου ήταν τα νιάτα του κινηματογραφημένα. Τα καλοκαίρια τραγουδούσε με την παρέα του στις πλακιώτικες ταβέρνες και μετά κατηφόριζαν με τα πόδια από τα Πετράλωνα στον Ταύρο και τραγουδούσαν έξω από μισόκλειστα παραθύρια τον έρωτα των φίλων τους στα κορίτσια της γειτονιάς τους. Ουκ ολίγες φορές είχε διανυκτερεύσει στο ΑΤ Πετραλώνων για «διατάραξη κοινής ησυχίας». Αλλά ποιος έδινε σημασία; Σημασία είχε το κορίτσι. Ήταν αδύνατο να τραγουδήσει το «Γλυκά μου μάτια» στην μητέρα μου χωρίς να δακρύσει. Του άρεσε ο Γούναρης, ο Πολυμέρης.

…διά χειρός Hλία Τσίπα

Ο παππούς μου ο Σμυρνιός αγαπούσε το belcanto. Τις Κυριακές έπινε το καφεδάκι του υπό τους ήχους όπερας. Στον άλλον τον παππού μου άρεσαν πολύ τα απτάλικα. Και σύμφωνα με περιγραφές, χόρευε θαυμάσιο αντικρυστό με τον αδελφό του.

Καζαντζίδη άκουσα απ’ τα μικράτα μου, σε ένα παλιόσπιτο στη Σαλαμίνα που πέρασα τα πρώτα καλοκαίρια της ζωής μου. Ένα σταθμό πιάναμε στα βραχέα που έπαιζε μόνο λαϊκά. Αντιλαλούσαν οι ρεματιές.

Τα περισσότερα απ’ τα τραγούδια που είπε είναι ανυπόφορα. Η γυναίκα μου τα ακούει και παθαίνει αναφυλαξία. Καμιά εκατοσταριά πάντως ήταν διαμάντια. Αλλά ήταν εκείνη η φωνή. Μα εκείνη η φωνή. Πέρασαν τα χρόνια και πήγα στο Ωδείο. Μην νομίσετε ότι παρασπούδασα μουσική. Σταμάτησα όταν τελείωσα αρμονία. Έκανα όμως πολύ σολφέζ. Κι έμαθα να καταλαβαίνω τι ακούω. Και έχω ακούσει φωνές στην όπερα. Μου κόλλησε το μικρόβιο ο παππούς μου, ήρθε και έδεσε που η καλύτερη φίλη της γυναίκας μου είναι η κόρη της οικογένειας των αμπιγιέρ της Λυρικής και μεγάλωσα στα θεωρεία και τις κουίντες του Ολύμπια στην Ακαδημίας.

Λοιπόν, προσέξτε τούτο: Αν ο Καζαντζίδης δεν είχε γεννηθεί κάπου στην Νέα Ιωνία αλλά έναν μεσημβρινό πιο δυτικά, στην Ιταλία και είχε κάνει λυρικό τραγούδι θα έπαιζε για τη μεγαλύτερη φωνή του 20ου αιώνα. Δεν αστειεύομαι καθόλου. Είχε το μπάσο του Μπεργκόντσι, το τίμπρο του Κορέλι, την ένταση του Ντελ Μόνακο και τη δύναμη του Καρούζο. Οι δυνατότητες του δεν είχαν άκρη. Τις διαμαντένιες φωνητικές του χορδές ο Θεός τις προίκισε με ένα extra διπλό ηχείο για τα ντεσιμπέλ του, αφού από γεννησιμιού του δεν είχε ρινικό διάφραγμα. Ποτέ δεν μάθαμε τα όρια της φωνής του. Μία Ferrari που μέχρι το τέλος πήγε μόνο με πρώτη-δευτέρα. Κρίμα.

Εκείνο πάντως που σίγουρα ξέρουμε είναι ότι ο Στέλιος είναι και θα παραμείνει μύθος. Με έναν τρόπο ανεξιχνίαστο, έχτισε μία ανεξήγητη σχέση με ένα μεγάλο κομμάτι του λαού μας. Και πως μία μαγική κλωστή έδεσε αξεδιάλυτα τη φωνή του με τα τζιέρια μας. Για πάντα.

-apodytiriakias.gr

Τα Tsipas Blog παρασκήνια είναι δια χειρός Ηλία Τσίπα... είναι πάντα ενυπόγραφα!
Όσα άρθρα δε φέρουν το σκίτσο με την υπογραφή μου, αναρτώνται από την δημοσιογραφική ομάδα του blog ή υπογράφονται από τον συντάκτη τους.